«... Δεν έχεις αντιληφθεί, Τζίμη, πού ζούμε! Σε έναν κόσμο αυτολύπησης. Δες τις ταινίες που σπάνε ταμεία, τα βιβλία που γίνονται ανάρπαστα. Ποιους έχουν για ήρωες; Κάποιους οι οποίοι κακοποιήθηκαν, βασανίστηκαν, εξευτελίστηκαν, τράβηξαν του λιναριού τα βάσανα. Οίκτος και οργή, ιδού η συνταγή επιτυχίας στην εποχή μας! Το να είσαι ή να περνιέσαι για θύμα σού ανοίγει όλους τους δρόμους...» Ο Χ.Α. Χωμενίδης γράφει ένα -σχεδόν- ρεαλιστικό μυθιστόρημα, το οποίο διαδραματίζεται σήμερα και διαλαμβάνει ό,τι μας αγγίζει, μας συγκινεί, μας τρομάζει. «... Εσύ, Τζίμη, το διαβάζω στα μάτια σου, δεν είσαι ούτε θύτης ούτε θύμα. Δεν έβλαψες ποτέ συνειδητά κανέναν. Και όσους σε έβλαψαν δεν καταδέχτηκες να τους μισήσεις. Στέκεις υπεράνω. Αποτελείς χτυπητή παραφωνία. Ασυγχώρητη...» Ο Τζίμης Παπιδάκης είναι ένας αναλογικός άνθρωπος σε ένα ψηφιακό σύμπαν. Στο πρόσωπό του οι επερχόμενες γενιές παίρνουν αιματηρή εκδίκηση από τις προηγούμενες. Κανείς δικός του δεν μπορεί να τον προστατεύσει. Ούτε η δεκαεννιάχρονη κόρη του, που ανήκει στο μέλλον. Ούτε καν η Κυψέλη, που από πατρίδα του μεταμορφώνεται σε έναν άξενο για εκείνον τόπο. «... Ιδού λοιπόν η αμαρτία μου. Πως βρίσκω την απόλαυση στα πιο απλά. Στα πιο απτά. Πως πιτσιρίκος -το ορφανό της θυρωρίνας-, αντί να μιζεριάζω, να βαρυγκωμάω, να επωάζεται μέσα μου φθόνος, μίσος, πηγαινοερχόμουν για τα θελήματα σφυρίζοντας. "Γεια σου, ρε Τζίμη τρομερέ!" μου τσίμπαγαν το μάγουλο στο ασανσέρ οι αδελφές Αχλιόπτα και με κερνούσαν τσίχλες...» Ο Τζίμης στην Κυψέλη είναι το ρέκβιεμ όσων ανεπαισθήτως μένουν πίσω, σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία. Η επί του φοβερού βήματος απολογία ενός καλού ανθρώπου που απλώς τον ξεπερνάει η εποχή.